- ἐλαιωνία
- ἐλαι-ωνία, ἡ,A purchase of oil for the state, Dig. 27.1.6.8, Cod.Just.10.(56) 55.1.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ελαιωνία — ἐλαιωνία, η (Μ) η προμήθεια λαδιού για το κράτος … Dictionary of Greek